Φωτογραφία: Νίκος Παλαιολόγος / SOOC
Με μεγάλη θλίψη ακόμα και η διεθνής κοινή γνώμη παρακολουθούσε το προηγούμενο διάστημα τις καταστροφές από τις δασικές πυρκαγιές σε πολλά σημεία της χώρας, με τραγικότερη ίσως περίπτωση αυτή της βόρειας Εύβοιας όπου φαίνεται πως ήταν η μεγαλύτερη καμένη έκταση που έχει υπάρξει μέχρι τώρα στα χρονικά. Εκεί και με τη βοήθεια των ηλεκτρονικών μέσων δικτύωσης, αυτό που διαπίστωσαν όσοι δεν παραμένουν αιχμάλωτοι στην αδιάκοπη τηλεοπτική προπαγάνδα είναι πως οι ντόπιοι και κυρίως οι νέοι άνθρωποι, οι οποίοι τα τελευταία χρόνια λοιδορούνται όλο και περισσότερο, πήραν την κατάσταση στα χέρια τους να σώσουν όσο μπορούν, σπίτια, περιουσίες και γενικότερα τον τόπο που είτε ζουν, είτε κατάγονται και βρέθηκαν εκεί λόγω θέρους.
Διαβάζοντας τις μαρτυρίες των ίδιων των πρωταγωνιστών αυτών των γεγονότων οι συνειρμοί με αντίστοιχες περιπτώσεις στη σχετικά πρόσφατη ιστορία μας ήταν αναπόφευκτοι. Και το 1940 πάλι οι νέοι της εποχής είχαν λοιδορηθεί. Ένα πάλι ξεχαρβαλωμένο κράτος, και τότε λάφυρο όπως και σήμερα, με φτωχά μέσα κλήθηκε ν’ αντιμετωπίσει τις φλόγες του πολέμου με την ηγεσία του σύμφωνα με τα λόγια του τότε αρχιστράτηγου να πηγαίνει απλώς να ρίξει μερικές τουφεκιές για την τιμή των όπλων. Η τιμή όμως δεν ήταν των όπλων, αλλά των απλών ανθρώπων, κυρίως νέων, που τελικά τα ανέτρεψαν όλα κι έγραψαν το Έπος εκείνης της εποχής. Ένα Έπος που οδήγησε στην παλλαϊκή αντίσταση αργότερα κι επιχείρησαν να το σφετεριστούν γι’ ακόμα μια φορά αυτοί που στάθηκαν εμπόδιο σ’ αυτό.
Η ιστορία λοιπόν επαναλαμβάνεται, κάνοντας όχι κύκλους όπως νομίζουν μερικοί που αναμασούν τσιτάτα, αλλά σπείρες. Και στις σπείρες κάθε περίοδος δεν είναι ίδια, έχει όμως πολλά κοινά χαρακτηριστικά που χρειάζεται καθαρή ματιά και ανοιχτό μυαλό για να τα διακρίνεις. Οι νέοι που συνεχώς λοιδορούνται ακόμα και στη δική μας εποχή, μπήκαν μπροστά στις μικρές τοπικές τους κοινωνίες κι έφεραν αποτελέσματα. Υπερασπίστηκαν τον τόπο τους και προστάτεψαν με διάφορα αποτελέσματα ανά περιπτώσεις τις περιουσίες και τη φύση γύρω τους. Δεν πήγαν εκεί για την τιμή των εργαλείων τους, πήγαν έχοντας στο νου τους ότι πέρα από τον τόπο τους δεν έχουν τίποτα άλλο και πρέπει να τον υπερασπιστούν αυτοί γιατί δεν υπάρχει κάποιος ή κάτι άλλο να το κάνει αυτό.
Δε θα ήταν υπέροχα αν όλο αυτό εκφραζόταν και συντονιζόταν από μια διοίκηση (είτε τοπική, είτε περιφερειακή, είτε κεντρική, είτε όλα αυτά μαζί) με συνεργασία και συντονισμό; Να είχαμε τη διοίκηση να συντονίζει και να συνδράμει με τα διοικητικά και τεχνικά μέσα που υποτίθεται πως διαθέτει, σε συνδυασμό με την εμπειρία των επιτελών και τους εθελοντές κατοίκους των περιοχών που επλήγησαν; Δε θα ήταν πιο αποτελεσματικό για την καταπολέμηση των ακραίων φαινομένων η συμμετοχή όλων, ο καθένας στο θεσμικό ρόλο που του αρμόζει;
Αυτή η τοπική κοινωνία που βρισκόταν σε λήθαργο ξύπνησε ξαφνικά και διαπίστωσε το θεσμικό κενό ανάμεσα στη διοίκηση και την ίδια. Αυτήν την τοπική κοινωνία που ορθώνεται και οργανώνεται πρέπει να εκφράζει η τοπική αυτοδιοίκηση. Αυτήν την τοπική κοινωνία πρέπει να ενισχύσουμε και να της δίνουμε λόγο, βήμα έκφρασης και πεδίο δράσης για το κοινό καλό. Αυτή η τοπική κοινωνία δεν έχει ανάγκες απόλυτης πλειοψηφίας φορέων ψήφων σε θεσμικά όργανα για ειλημμένες αποφάσεις που προήλθαν από γραφεία με πρόσχημα την «κυβερνησιμότητα». Γι’ αυτήν την τοπική κοινωνία οφείλουμε να αγωνιστούμε ως θεμέλιο της δημοκρατίας και να την εκφράσουμε όπως της αξίζει.
